Ο επινοητής της διεθνούς γλώσσας Εσπεράντο, Λουδοβίκος Λάζαρος Ζάμενχοφ, γεννήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου (Γρηγοριανό ημερολόγιο) του 1859 σε ιουδαϊκή οικoγένεια στο Μπιαλίστοκ της Πολωνίας, που βρίσκεται 176 χιλιόμετρα ΒΑ της Βαρσοβίας. Οι κάτοικοι του Μπιαλίστοκ ανέρχονταν σε 16.000 περίπου και ήταν: Ιουδαίοι (69%), Πολωνοί (22%), Γερμανοί (5%) και Ρώσοι (4%). Η πόλη, μαζί με τη γύρω περιοχή (μέρος της Λιθουανίας), ανήκε στη Ρωσία (από το 1815), γι’ αυτό και η επίσημη γλώσσα της περιοχής και επομένως μητρική του Ζάμενχοφ ήταν η Ρωσική.

Ήταν το πρώτο από τα εννέα παιδιά του Μάρκου και της Ροζαλίας Ζάμενχοφ. Ο πατέρας του ήταν καθηγητής ξένων γλωσσών (Ρωσικής, Γαλλικής, Γερμανικής) στο γυμνάσιο του Μπιαλίστοκ και αργότερα της Βαρσοβίας. Το ίδιο και ο παππούς του, Φαμπιάν Ζάμενχοφ, ήταν καθηγητής ξένων γλωσσών.  

Ο πατέρας του ήταν εκείνος που τον καθοδήγησε στο δρόμο των γραμμάτων, που φρόντισε για την όσο το δυνατόν καλύτερη μόρφωση εκείνου και των αδελφών του, ενώ η μητέρα του, γυναίκα με εξαιρετικά ψυχικά χαρίσματα, πότισε την καρδιά του με τις φιλάνθρωπες ιδέες, διαμόρφωσε τον αγνό ψυχικό κόσμο του και του ενέπνευσε τα υψηλά ιδανικά, κυρίως την πίστη πως όλοι οι άνθρωποι είναι μεταξύ τους όχι μόνο ίσοι αλλά αδέλφια.  

Το ταλέντο του Ζάμενχοφ στις γλώσσες και η έφεσή του στα γράμματα φάνηκαν πολύ νωρίς, από τα παιδικά του χρόνια, αφού στα τέσσερα χρόνια του διάβαζε και έγραφε με ευχέρεια, και βρήκαν ιδανικό έδαφος στο οικογενειακό του περιβάλλον, που διακρινόταν για το ανώτερο επίπεδο μόρφωσης και τον υψηλό βαθμό πνευματικής και ψυχικής καλλιέργειας. Πέρασε όλα τα στάδια των μαθητικών σπουδών του με άριστες επιδόσεις, μολονότι η φιλάσθενη κράση του τον ανάγκαζε συχνά να απουσιάζει από τα μαθήματα.  

Ήταν επιμελής και άριστος μαθητής, σώφρων στους λογισμούς του, μεθοδικός στις ενέργειές του, ευγενικός στη συμπεριφορά του, απλός στους τρόπους του, με μουσική παιδεία (έπαιζε πιάνο), με ιδιαίτερη κλίση στην εκμάθηση ξένων γλωσσών και με υψηλό δείκτη νοημοσύνης.  

Ως παιδί και ως έφηβος ήταν καλόκαρδος, πρόθυμος ευχάριστος, οργανωτικός, επιδέξιος στο χορό και στο τραγούδι κι αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να αποτελεί το κέντρο της συντροφιάς, να προσελκύει και να περιστοιχίζεται από τα αδέλφια του, τους στυμμαθητές και τους φίλους τους.  

Οι πραγματικές συνθήκες που επικρατούσαν στην κοινωνία του Μπιαλίστοκ ήταν εντελώς αντίθετες από τα οράματα του νεαρού Ζάμενχοφ. Έζησε τα νεανικά του χρόνια παρακολουθώντας τις συνεχείς διαμάχες και συγκρούσεις των συμπολιτών του, που ανήκαν σε τέσσερις διαφορετικές εθνότητες (Ιουδαίοι, Πολωνοί, Γερμανοί, Ρώσοι) και σε τέσσερις διαφορετικές θρησκείες ή δόγματα (Εβραίοι, Καθολικοί, Προτεστάντες, Ορθόδοξοι), μιλούσαν τέσσερις διαφορετικές γλώσσες (Γίντις, Πολωνικά, Γερμανικά, Ρωσικά), έτσι, μέσα στον περιορισμένο χώρο της ίδιας πόλης, υπέφεραν από τα δεινά της ασυνεννοησίας, που μοιραία τους συσπείρωσε σε τέσσερις αντιμαχόμενες ομάδες, θύματα των πολλών διαφορών τους και κυρίως της πολυγλωσσίας τους.  

Από μικρός, λοιπόν, ο Ζάμενχοφ έζησε μέσα σε ένα κλίμα αντιπαλότητας και εχθρότητας, όπου κυριαρχούσε η πολυγλωσσία, μια μάστιγα που τον βασάνιζε, δεν τον άφηνε να χαρεί ξένοιαστα τα παιδικά του χρόνια, να επικοινωνεί το ίδιο ελεύθερα με όλα τα παιδιά. Όμως, ο Λουδοβίκος Λάζαρος, από μικρός παρατηρητικός και σκεπτόμενος, διαπίστωσε πως ο πατέρας του, γνώστης και των τεσσάρων γλωσσών, ως καθηγητής ξένων γλωσσών, κι έχοντας έτσι τη δυνατότητα να επικοινωνεί με όλους τους συμπολίτες του, είχε άριστες σχέσεις με όλους. Έτσι, ο πατέρας, αθέλητα έδειξε στο γιο τη σπουδαιότητα της γλωσσικής επικοινωνίας.  

Όμως, ο νεαρός Λουδοβίκος Λάζαρος, ανακάλυψε τη λύση του προβλήματος, κατάλαβε και πως δεν μπορεί κανείς να απαιτήσει από κάθε άνθρωπο να είναι πολύγλωσσος σαν τον πατέρα του, και έτσι οδηγήθηκε στη σκέψη, ότι θα ήταν δυνατόν ο κάθε άνθρωπος να μάθει μία μόνο δεύτερη γλώσσα, ουδέτερη, ώστε να επιτύχει την επικοινωνία, την ψυχική επαφή και αλληλοκατανόηση με τους αλλόγλωσούς του, το ίδιο καλά όπως τα κατάφερνε ο πατέρας του με τις τέσσερις γλώσσες του. Η δημιουργία λοιπόν της κοινής γλώσσας ήταν το κλειδί για τη λύση του προβλήματος και η ιδέα που άρχισε να κεντρίζει το μυαλό και την καρδιά τού νεαρού Ζάμενχοφ.  

Το Δεκέμβριο του 1873 η οικογένεια Ζάμενχοφ μετακόμισε στη Βαρσοβία. Κατά τη διάρκεια των γυμνασιακών χρόνων του ο Λουδοβίκος Λάζαρος επιδόθηκε στην εκμάθηση ξένων γλωσσών, και δήλωνε γοητευμένος, κυρίως από τις αρχαίες γλώσσες, Ελληνική και Λατινική. Αναζητώντας λύση για τη δομή της κοινής γλώσσας, διαπίστωνε ότι δεν τον ικανοποιούσαν οι ζώσες γλώσσες, έτσι, είχε ονειρευτεί, όπως ο ίδιος έγραψε σε ένα φίλο του, να ταξιδέψει στον κόσμο και να παροτρύνει τους ανθρώπους να επαναφέρουν μία από τις δύο αρχαίες γλώσσες ως κοινή, δεύτερη για όλους γλώσσα. Σύντομα πάντως συνειδητοποίησε ότι αυτό δεν είναι εφικτό και έτσι άρχισε θολά να ονειρεύεται και να σχεδιάζει μια νέα, τεχνητή γλώσσα.  

Γυμνασιόπαιδο, άρχισε παράλληλα με τα μαθήματά του να ασχολείται και με τις πρώτες δοκιμές της γλώσσας του, τις οποίες ολοκλήρωσε το 1878. Στο τέλος του χρόνου εκείνου είχε έτοιμο το προσχέδιο της γλώσσας του, που την ονόμασε "Παγκόσμια Γλώσσα" (Lingvo Universala). Το γεγονός αυτό, ο 19χρονος τελειόφοιτος πλέον του γυμνασίου, το γιόρτασε στο σπίτι του με μερικούς φίλους και συμμαθητές του. Όμως, σύντομα οι φίλοι και συμμαθητές σκόρπισαν, έτσι ξέχασαν την υπόθεση εκείνη.  

Ο Λουδοβίκος Λάζαρος έμεινε μόνος του με τις ιδέες του, και σύντομα άρχισε να αντιμετωπίζει ειρωνίες και χλευασμό από τον περίγυρο για κείνη την περίεργη εμμονή του. Μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση ο πατέρας του άρχισε να ανησυχεί και να φοβάται πως ο γιος του κινδυνεύει να θεωρηθεί γραφικός αν συνεχίσει να ασχολείται με τόση έμμονη με την ιδέα του, έτσι, τον υποχρέωσε, πριν φύγει για σπουδές στη Μόσχα (1879), να του υποσχεθεί ότι δε θα ασχοληθεί ξανά με τη γλώσσα του, μέχρι το τέλος των σπουδών του, πράγμα που ο νεαρός Ζάμενχοφ το έκανε, παραδίδοντας μάλιστα στον πατέρα του για φύλαξη, όλα τα χειρόγραφα της σχετικής με τη γλώσσα του εργασίας.  

Στη Μόσχα, πόλη μεγάλη, όμορφη, ζωντανή, πολύκοσμη, πολύβουη, τον εντυπωσίασαν τα μεγάλα πλήθη, ο συνωστισμός, οι πολύχρωμες φορεσιές, και, φυσικά, οι πολλές, διαφορετικές γλώσσες, πράγμα που ενίσχυσε την πεποίθησή του σχετικά με την ανάγκη ύπαρξης της γλώσσας του. Γράφτηκε στην Ιατρική Σχολή του Αυτοκρατορικού Πανεπιστημίου της Μόσχας, όπου άρχισε τις σπουδές του στην Ιατρική.  

Ο νεαρός φοιτητής, μακριά από την καθημερινότητα του πανεπιστημίου, τη μονοτονία και τη μελαγχολία του παγερού μοσχοβίτικου χειμώνα, αφιέρωνε τον ελεύθερο χρόνο του στην ανάγνωση της ρωσικής λογοτεχνίας. Απ’ όλους τους μεγάλους λογοτέχνες θαύμαζε πιο πολύ τον Τολστόι, ο οποίος -ειρωνεία της τύχης- θα γινόταν αργότερα θαυμαστής του δικού του έργου.  

Έχοντας, πάντως, στο νου του τις σοβαρές οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζε ο πατέρας του, λόγω της πολυμελούς οικογένειάς του, προσπαθούσε να κερδίζει ο ίδιος λίγα χρήματα, παραδίδοντας κάποια μαθήματα και δημοσιογραφώντας, δημοσιεύοντας κάποια άρθρα του σε μικρές εφημερίδες.  

Την άνοιξη του 1881 η πολιτική κατάσταση στη Ρωσία άρχισε να αποσταθεροποιείται, μετά τη δολοφονία του τσάρου Αλεξάντερ ΙΙ. Μετά από εκείνο το γεγονός, το καθεστώς έγινε πολύ σκληρό και το φιλελεύθερο, ανανεωτή και φιλικά προσκείμενο στους Ιουδαίους τσάρο διαδέχθηκε ο γιος του, ο πολύ αυταρχικός Αλεξάντερ ΙΙΙ. Ο πατέρας του Λουδοβίκου Λάζαρου ανησύχησε πολύ, η κατάσταση γινόταν, μέρα με τη μέρα, όλο και πιο έκρυθμη, κύμα καταπίεσης απλώθηκε παντού. Έτσι, αποφασίστηκε η επιστροφή του νεαρού φοιτητή στη Βαρσοβία και η συνέχιση των σπουδών του στην ασφάλεια της οικογένειάς τους.  

Στη Βαρσοβία, αποφάσισε να ασχοληθεί και πάλι με τη γλώσσα του, όμως στο διάστημα της απουσίας του, ο πατέρας του είχε καταστρέψει όλο το υλικό που του είχε παραδοθεί για φύλαξη. Όμως ο Λουδοβίκος Λάζαρος δεν απογοητεύτηκε, έχοντας ασυνήθιστα δυνατή μνήμη, ξαναέγραψε, με κάθε λεπτομέρεια, τα χαμένα κείμενα, σημειώσεις, ασκήσεις, όλη την "Παγκόσμια Γλώσσα" του. Για τη δημιουργία του λεξιλογίου είχε σκεφτεί στην αρχή ότι, για ευκολία, οι λέξεις θα έπρεπε να είναι όσο το δυνατόν πιο μικρές. Έτσι οδηγήθηκε στην ιδέα επινόησης νέων, καθαρά τεχνητών ριζών. Αργότερα όμως, απέρριψε αυτή την ιδέα, γιατί σκέφτηκε πως οι ρίζες αυτές θα είναι πολύ δύσκολο να απομνημονευθούν και παράλληλα, ως πολύγλωσσος, γνώριζε ότι πολλές ρίζες γλωσσών υιοθετούνται από άλλες γλώσσες, δηλαδή διεθνοποιούνται, πράγμα που συμβαίνει κυρίως με τους επιστημονικούς όρους της Ελληνικής και Λατινικής. Έτσι, κατέληξε στην απόφαση να βασίσει το λεξιλόγιο του πάνω σ’ αυτές τις διεθνείς ρίζες, εξασφαλίζοντας έτσι τη διεθνικότητα της γλώσσας του. Επιπλέον, για την ολοκλήρωση του λεξιλογίου επινόησε το σύστημα των προσθημάτων, με το οποίο δίνεται η δυνατότητα από μία ρίζα να δημιουργηθεί πλήθος λέξεων, παραπλήσιας έννοιας με αυτή της βασικής ρίζας. Έτσι, είχε πια βρεθεί ο μηχανισμός του λεξιλογίου και η δημιουργία της νέας γλώσσας, ήταν πια θέμα χρόνου.  

Αυτό το νέο έργο του το ονόμασε "Παγκόσμια Γλώσσα, ήτοι γραμματική και λεξικό σύμφωνα με την τελευταία σύνταξη του 1881" (Lingvo universala, f.e. grammatiko e verbio laul trema ridaksio del anno 1881). Όμως, και εκείνη η μορφή γλώσσας διέφερε πολύ απ’ αυτή που παρουσίασε τελικά το 1887 και μάλιστα με διαφορετικό τίτλο "Διεθνής Γλώσσα", τη σημερινή Εσπεράντο. Τον επόμενο χρόνο βελτίωσε ακόμα περισσότερο τη γλώσσα του.  

Στο τέλος του 1884 τελείωσε τις σπουδές του και στις 30 Ιανουαρίου του 1885 ορκίστηκε γιατρός. Λίγο αργότερα, το 1886/1887, σε ηλικία 27 ετών γνώρισε και σύντομα παντρεύτηκε με τη νεαρή συμπατριώτισσά του από την πόλη Κάουνας, Κλάρα Ζίλμπερνικ.  

Στα μέσα του 1887, μετά από πολύχρονες προσπάθειες, αλλά και συνεχείς απογοητεύσεις λόγω της οικονομικής του δυσπραγίας και της δυσκολίας του να βρει εκδότη, με την οικονομική υποστήριξη του πεθερού του κι αφού πρώτα πήρε την απαιτούμενη άδεια από τη ρωσική λογοκρισία, εξέδωσε το πρώτο διδακτικό βιβλίο της γλώσσας του, στη Ρωσική, με τίτλο "Διεθνής γλώσσα. Πρόλογος και πλήρες εγχειρίδιο" (Международный языкъ. Предисловіе и полный учебникъ), το οποίο αποτελείτο από 16 γραμματικούς κανόνες και ένα λεξικό με 920 ρίζες λέξεων.  

Τον ίδιο χρόνο, πάντα με την οικονομική υποστήριξη του πεθερού του, που είχε ενθουσιαστεί από το εγχείρημα του γαμπρού του, παρουσίασε τις εκδόσεις του βιβλίου του και σε άλλες γλώσσες, στην Πολωνική (6/9ου), στη Γαλλική (24/11ου) και στη Γερμανική (24/11ου). Ήταν η αρχή μιας σειράς πολλών εκδόσεων, διδακτικών βιβλίων, λεξικών, λογοτεχνικών έργων πρωτότυπων και μεταφρασμένων.  

Τον επόμενο χρόνο γεννήθηκε ο πρώτος γιος του, Αδάμ, όμως, την εποχή εκείνη, άρχισαν τα πολύ δύσκολα χρόνια για τον ίδιο και την οικογένειά του. Η έλλειψη χρημάτων τον υποχρέωσε να αναζητήσει εργασία οφθαλμιάτρου σε διάφορες πόλεις στην επαρχία, χωρίς όμως να αποκομίσει θετικά αποτελέσματα. Το 1889 αναγκάστηκε να στείλει την οικογένεια στον πεθερό του, στην πόλη Κάουνας, ενώ ο ίδιος αναζητούσε στη φτωχή επαρχία τόπο κατάλληλο, στοιχειωδώς προσοδοφόρο, ώστε να εγκαταστήσει το ιατρείο του, φτάνοντας μέχρι και χίλια χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο του, στην πόλη Χέρσον, στις εκβολές του Δνείπερου, στη Νότια Ρωσία, κοντά στη Μαύρη Θαλασσα.  

Mακρυά από την οικογένειά του και ενώ στο μεταξύ είχε γεννηθεί <1889> στο Κάουνας και το δεύτερο παιδί του, η Σοφία, η κατάστασή του ήταν πραγματικά απελπιστική και οι λίγες ελπίδες που έτρεφε για την εξασφάλιση μιας αξιοπρεπούς επαγγελματικής εγκατάστασής του διαψεύστηκαν, γιατί η μεγάλη φτώχεια που επικρατούσε στη χώρα, δεν ευνοούσε ούτε τις ελάχιστες αξιώσεις ενός γιατρού.  

Το 1890, έχοντας αποτύχει σε όλες τις προσπάθειες του επέστρεψε στη Βαρσοβία, κοντά στην οικογένειά του, που είχε ήλθε και αυτή από το Κάουνας, όπου και εργάσθηκε ως οφθαλμίατρος, χωρίς όμως ικανοποιητικά αποτελέσματα.  

Το 1892 δέχθηκε βαρύτατο πλήγμα από το θάνατο της νεότατης, μόλις 52 ετών, μητέρας του, πράγμα που τον συγκλόνισε. Όμως το διαρκές, πολύ σοβαρό πρόβλημα που αντιμετώπιζε, ήταν η οικονομική του ανέχεια, που κυρίως οφειλόταν στο γεγονός ότι, ως γιατρός, δεν έκανε επιλογές, δεχόταν κυρίως πολύ φτωχούς ανθρώπους από τους οποίους όμως δεν μπορούσε ούτε ήθελε να παίρνει υψηλές αμοιβές.  

Σύντομα υποχρεώθηκε να αναζητήσει καλύτερη τύχη και τον Οκτώβριο του 1893, με νέες ελπίδες, ξεκίνησε μαζί με την οικογένειά του για την πόλη Γκρόντνο, όπου παρέμεινε τέσσερα χρόνια. Όμως, ο αγώνας της επιβίωσής του συνεχιζόταν, έτσι, το 1897, έστειλε για μια ακόμα φορά την οικογένειά του στο Κάουνας, και ο ίδιος πήγε στη Βιέννη για μια συμπληρωματική μετεκπαίδευσή του στην Οφθαλμολογία.  

Επέστρεψε στη Βαρσοβία στις αρχές του 1898, έσμιξε με την οικογένειά του και εγκαταστάθηκε σε ένα διώροφο σπίτι, επί της οδού Τζίκα 9, στην ιουδαϊκή συνοικία της πόλης, όπου στο ισόγειο οργάνωσε το ιατρείο του και δεχόταν την πελατεία του. Το 1904 γεννήθηκε το τρίτο παιδί του, η Λυδία.  

Σε εκείνο το σπίτι έζησε τη μεγάλη πρόοδο της Εσπεράντο, εκεί έγραψε τα περισσότερα από τα έργα του, αρθρογράφησε σε περιοδικά και εφημερίδες, αλληλογράφησε με εσπεραντιστές, αγωνίστηκε για τη δημιουργία της εσπεραντικής Κίνησης και οργάνωσε τα πρώτα εσπεραντικά συνέδρια.  

Εργάστηκε ως γιατρός μέχρι το 1914, οπότε και παρέδωσε το ιατρείο του στο γιο του Αδάμ, που είχε πάρει κι εκείνος το δίπλωμά τού οφθαλμίατρου, ενώ οι δύο θυγατέρες του, Σοφία και Λυδία, έγιναν η πρώτη παιδίατρος και η δεύτερη δικηγόρος.  

Η επί μεγάλο χρονικό διάστημα αγχώδης και επίπονη προσπάθειά του για την οικονομική του αποκατάσταση και την επαγγελματική του καταξίωση, αλλά και η επίπονη παράλληλη με την εργασία του ενασχόλησή του με τη δημιουργία της γλώσσας του επιδείνωσαν την κατάσταση τής πάντα λεπτής υγείας του και τον ανάγκασαν πολλές φορές να καταφύγει σε λουτροπόλεις για λίγη ξεκούραση και θεραπεία.  

Το 1905 σημάδεψε θετικά τη ζωή του. Ήταν η χρονιά που έγινε, με μεγάλη μάλιστα επιτυχία, το 1ο Παγκόσμιο Εσπεραντικό Συνέδριο στη γαλλική πόλη Boulogne-sur-Mer, με τη συμμετοχή 688 συνέδρων από 20 χώρες και του ιδίου του Ζάμενχοφ. Οι εσπεραντιστές έβλεπαν για πρώτη φορά, από κοντά, τον άνθρωπο, του οποίου το έργο τούς είχε συνεπάρει. Ήταν η πρώτη φορά που μιλήθηκε η Εσπεράντο από τόσους πολλούς ανθρώπους. Ήταν η πρώτη φορά που αλλοεθνείς και αλλόγλωσσοι συνομιλούσαν και επικοινωνούσαν ισότιμα σε μια μια τεχνητή, ουδέτερη και κοινή για όλους γλώσσα. Ο ίδιος, ο Ζάμενχοφ, εκφώνησε μια μνημειώδη ομιλία (5/8ου), που κατέληγε στο μνημειώδες: «Σήμερα, συνήλθαν όχι Γάλλοι με Άγγλους, όχι Ρώσοι με Πολωνούς, αλλά άνθρωποι με ανθρώπους»  

Με τη διοργάνωση των πρώτων διεθνών συνεδρίων της Εσπεράντο, η εσπεραντική κίνηση άρχισε να δρομολογείται, να κινείται, να διαδίδεται και το όνειρο του Ζάμενχοφ άρχισε να πραγματοποιείται.  

Η φιλάσθενη όμως κράση του, και ειδικότερα τα προβλήματα της καρδιάς του, οι ταλαιπωρίες που αντιμετώπισε, όλα επιδείνωσαν σοβαρότατα την κατάσταση της υγείας του στα τέλη του 1914. Τον Ιούλιο του 1915 άλλαξε κατοικία, για τελευταία φορά, για να είναι κοντά στο Σαξονικό Κήπο, αφού ο καθαρός αέρας του ήταν απαραίτητος. Εκεί, τον επόμενο χρόνο (1916) δέχθηκε ακόμα ένα πλήγμα. Ο πιο νέος και ο πιο αγαπημένος του αδελφός, ο Αλέξανδρος, γιατρός κι εκείνος, συνταγματάρχης, στρατιωτικός-γιατρός του Ρωσικού Στρατού (είχε επιστρατευθεί λόγω του Α' Παγκοσμίου Πολέμου) πέθανε ξαφνικά στην πόλη Ντίναμπουργκ της σημερινής Λετονίας σε ηλικία μόλις 39 ετών.  

Ο Λουδοβίκος Λάζαρος Ζάμενχοφ, πέθανε στις 14 Απριλίου του 1917, από την καρδιά του, σε ηλικία μόλις 57 ετών, την ώρα που οι λαοί της Ευρώπης αλληλοεξοντώνονταν μέσα στη δίνη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Ενταφιάσθηκε στο εβραϊκό νεκροταφείο στη Βαρσοβία, παρουσία εκπροσώπου της κυβέρνησης και εκατοντάδων εσπεραντιστών. Μετά από επτά χρόνια πέθανε, από καρκίνο, η σύζυγός του Κλάρα, πιστή σύντροφος και υποστηρίκτρια του αγώνα του, και ενταφιάσθηκε στο ίδιο μέρος. Αργότερα, το 1926, οι εσπεραντιστές ανήγειραν, στον τάφο του, μεγαλοπρεπές μνημείο, φιλοτεχνημένο από το Σκωτσέζο γλύπτη J.Coults. Ση βάση του είναι σμιλεμένη στην Εσπεράντο η επιγραφή «Doktoro Lazaro Ludoviko Zamenhof, kreinto de Esperanto, naskita 15.XII.1859, mortis 14.IV.1917» (Δόκτωρ Λάζαρος Λουδοβίκος, δημιουργός της Εσπεράντο, γεννηθείς στις 15.12.1859, πέθανε στις 14.4.1917).  

Το τίμημα γι’ αυτόν, όπως και για όλους του μεγάλους της ανθρωπότητας που προσπάθησαν ν’ αλλάξουν την πορεία της, ήταν πολύ βαρύ. Οι επιφυλλάξεις που είχε πριν από την έκδοση του πρώτου βιβλίου του (1887), για την τύχη τη δική του και της οικογένειάς του, επαληθεύθηκαν με τραγικό τρόπο. Από τη στιγμή της πρώτης έκδοσης βρέθηκε αντιμέτωπος με την κοινή μοίρα των μεγάλων.  

Η Εσπεράντο, κατά τη ναζιστική και αργότερα κατα τη σταλινική περίοδο, τέθηκε υπό απηνή διωγμό και τα πρώτα θύματά της ήταν τα ίδια του τα παιδιά. Ευτυχώς για τον ίδιο, δεν είδε το τραγικό τέλος των παιδιών του, αφού στο μεταξύ είχε πεθάνει. Με την κατάληψη της Πολωνίας από τα χιτλερικά στρατεύματα, συνελήφθησαν και τα τρία παιδιά του, ως επιφανείς εσπεραντιστές και παιδιά του δημιουργού της Εσπεράντο.  

Ο γιος του, Αδάμ, συνελήφθη αμέσως από τους εισβολείς και εκτελέσθηκε τον Ιανουάριο του 1940. Οι δύο κόρες του, Σοφία και Λυδία, η μικρότερη αδελφή του, Ίντα Ζίμερμαν, και η νύφη του, Βάντα (σύζυγος του γιου του Αδάμ) συνελήφθησαν επίσης. Η Σοφία, η Λυδία και η Ίντα στάλθηκαν στο στατόπεδο εξόντωσης Τρεμπλίνκα, όπου βρήκαν τραγικό θάνατο στους θαλάμους αερίων.  

Μόνοι τυχεροί από το ξεκλήρισμα αυτό ήταν η νύφη του Βάντα και ο γιος της Λουδοβίκος. Η Βάντα σκοτώθηκε το 1954 σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στη Βαρσοβία και ο Λουδοβίκος μετανάστευσε το 1959 στη Γαλλία με το όνομα Λουί-Κριστόφ Ζαλέσκι-Ζάμενχοφ, διατηρώντας δίπλα στο όνομά του το όνομα (Κριστόφ Ζαλέσκι), με το οποίο κρυπτόμενος επέζησε του Ολοκαυτώματος.  

Τα περισσότερα μέλη της μεγάλης οικογένειας των Ζάμενχοφ ήταν γιατροί και δραστήριοι εσπεραντιστές, που διακρίθηκαν τόσο στην κίνηση όσο και στη λογοτεχνία της, με πλούσιο συγγραφικό έργο. Αυτά ήταν: o γιος του Αδάμ (1888-1940) οφθαλμίατρος, η κόρη του Σοφία (1889-1940) παιδίατρος και η νύφη του Βάντα (1893-1954, σύζυγος του Αδάμ) οφθαλμίατρος. Επίσης, τα αδέλφια του: Φέλιξ (1868-1933) φαρμακοποιός, Ερρίκος (1871-1932) δερματολόγος, Λέων (1875-1934) ωτορινολαρυγγολόγος και Αλέξανδρος (1877-1916) ουρολόγος και αρκετοί απόγονοι αυτών. 

Χρησιμοποιούμε κούκις/ Ni uzas kuketojn
Προκειμένου να σας παρέχουμε την καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο, αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί κούκις. Χρησιμοποιώντας τον ιστότοπο μας, συμφωνείτε με τη χρήση των κούκις.
Por provizi al vi la plej bonan interretan sperton, ĉi tiu retejo uzas kuketojn. Uzante nian retejon, vi konsentas pri la uzo de kuketoj.